Λιμέττια#

Citrus aurantifolia L.

Τα λιμέττια κατά τον Swingle κατάγονται από την Ινδονησία (σημερινό Βιετνάμ) ενώ κατά τον Hodgson από την Β.Α Ινδία και την επαρχία της Βιρμανίας. Η πρώτη περιγραφή τους πραγματοποιήθηκε κατά τον 12ο αιώνα όταν είχαν ήδη εισαχθεί στην Ευρώπη από τους Άραβες και τους σταυροφόρους. Τον 16ο αιώνα τα λιμέττια μεταφέρθηκαν στον Νέο Κόσμο (Αμερική) από τους Ισπανούς κατακτητές (Κονκισταδόρους) και τους Πορτογάλους. Χρησιμοποιήθηκαν πολύ από το Βασιλικό ναυτικό της Αγγλίας, από τους ναύτες για την αντιμετώπιση του σκορβούτου. Ευδοκιμούν σε θερμές περιοχές, καθώς είναι ένα είδος με μεγάλη ευαισθησία στις χαμηλές θερμοκρασίες. Ειδικότερα, θερμοκρασίες κάτω των -2 βαθμών Κελσίου είναι απαγορευτικές για την καλλιέργεια τους. Επίσης, ευδοκιμούν σε περιοχές με έντονη ηλιοφάνεια και απαλλαγμένες από ανέμους. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους είναι ότι δύναται να καλλιεργηθούν σε αμμώδη εδάφη, εκεί που το σύνολο των άλλων εσπεριδοειδών αποτυγχάνει. Το δέντρο της λιμεττιάς είναι γενικά μικρό, με μικρά ακανόνιστα κλαδιά και αγκάθια. Ο καρπός είναι μικρός, στρογγυλός ή ωοειδής, πρασινωπός και κίτρινος όταν ωριμάζει. Χαρακτηριστικό όλων των ποικιλιών είναι ο λεπτός φλοιός και το ότι ο σπόρος είναι πολυεμβρυονικός, γεγονός που επιτρέπει την πιστή αναπαραγωγή των δέντρων. Υπάρχουν ποικιλίες γλυκές, με μικρούς καρπούς και ξινές με μεγάλους καρπούς. Σε πολλές χώρες οι ξινές ποικιλίες χρησιμοποιούνται ως εναλλακτικός χυμός έναντι του λεμονιού. Ο χυμός τους περιέχει πιο πολύ κιτρικό οξύ από τα λεμόνια και μικρότερη συγκέντρωση σε βιταμόινη C και Α. Οι λιμεττιές χρησιμοποιούνται ως φυτά δείκτες για την ύπαρξη του ιού της τριστέτσας. Οι πιο γνωστές ποικιλίες είναι η μεξικάνικη (West Indian, Key), της Ταϊτής (Persian Lime), η Bearss, το γλυκόχυμο λιμέττι Παλαιστίνης.

Παστολέμονο Χίου

Χίος – Β. Αιγαίο

Mexican Lime

Μεξικό