Πορτοκάλια

Citrus sinensis L.

Η καταγωγή της πορτοκαλιάς (Citrus sinensis L. Osbeck) δεν είναι γνωστή. Πηγές αναφέρουν ότι προέρχεται από την Ινδοκίνα (σημερινό Βιετνάμ) και την Νότια Κίνα. Στην Ευρώπη εμφανίστηκε μεταξύ του τέλους του 15ου και των αρχών του 16ου αιώνα. Πιθανόν την έφεραν οι Πορτογάλοι, οι οποίοι και διέδωσαν την καλλιέρεια της στην Ευρώπη και τον Νέο κόσμο (Βραζιλία) το 1530.

Η πορτοκαλία είναι το είδος εσπεριδοειδούς που καλλιεργείται περισσότερο από όλα τα υπόλοιπα είδη της οικογένειας. Καταναλώνονται κυρίως φρέσκα, ενώ ένα μεγάλο τμήμα της παραγωγής πάει στην χυμοβιομηχανία.

Οι γνωστές ποικιλίες, προέρχονται κυρίως από φυσικές ή τεχνητές μεταλλάξεις από σπορόφυτα καθώς και από επιλογές μέσω των προγραμμάτων αξιολόγησης ποικιλιών. Ταξινομούνται με διάφορους τρόπους κυρίως βάση την εποχή ωρίμανσης, τα χαρακτηριστικά του καρπού, τον εσωτερικό ή και εξωτερικό χρωματισμό, την περιεκτικότητα σε οξέα, την παρουσία ομφαλού. Ο πιο απλός τρόπος διαχωρίζει τις ποικιλίες σε (α) Κοινές, (β) Ομφαλοφόρες (Navel), (γ) Αιματόσαρκες – σαγκουίνια- έγχρωμες, (δ) Βαλέντσια (Valencia) και (ε) Γλυκές – σεκέρια

Κοινά

Λαϊνάτο Χανίων

Χανιά – Κρήτη

Μυρωδάτο Τυμπακίου

Τυμπάκι – Κρήτη

Θηλυκοπορτοκαλιά Χίου

Χίος – Β. Αιγαίο

Στρογγυλό Άρτας

Άρτα – Ήπειρος

Άσπερμο Άρτας

Άρτα – Ήπειρος

Πλακέ Άρτας

Άρτα – Ήπειρος

Μποτσάτο Άρτας

Άρτα – Ήπειρος

Jaffa – Shamouti

Παλαιστίνη

Ομφαλοφόρα

Ο καρπός των ποικιλιών της ομάδας αυτής, χαρακτηρίζεται από την παρουσία ενός υποτυπώδους μικρού καρπού, του λεγόμενου ομφαλού, που είναι τοποθετημένος μέσα στο ακραίο τμήμα του κανονικού καρπού απέναντι από τον ποδίσκο. Οι ποικιλίες των οφαλοφόρων πορτοκαλιών δεν φέρουν σπέρματα ενώ η πλειοψηφία τους χαρακτηρίζεται από την χαμηλή χυμοπεριεκτικότητα και την τάση ο χυμός τους να πικρίζει λόγω της λιμονίνης που παράγεται κατά την χυμοποίηση. Οι καρποί των ποικιλιών είναι μεγάλοι σε μέγεθος. Οι οφμαλοφόρες ποικιλίες είναι ευαίσθητες σε αντίξοες συνθήκες και την καλλιεργητική αμέλεια.

Navellina Άρτας

Άρτα – Ήπειρος

Αιματόσαρκα (Σαγκουίνια)

Στην ομάδα των ποικιλιών αυτών περιλαμβάνονται ποικιλίες με σάρκα αιματόχρωμη. Αντλούν το όνομα τους από την Ιταλική λέξη “Sanque” που σημαίνει αίμα. Ο καρπός των ποικιλιών της ομάδας αυτής διαθέτει αιμάτινο χρώμα σάρκας και φλοιού κατά την ωρίμανση του. Χαρακτηριστικό της κάθε ποικιλίας, άλλοτε λιγότερο άλλοτε περισσότερο, είναι η παρουσία ερυθρού ή ρόδινου χρώματος στον φλοιό, την σάρκα και τον χυμό. Το χρώμα ευνοείτει από το ψύχος, καθώς οφείλεται στην παρουσία ανθοκυανών, ουσιών με ισχυρή αντιοξειδωτική δράση. Καλλιεργούνται σε μικρή κλίμακα λόγω της αδυναμίας σταθερότητας στον ερυθρό χωματισμό και του μικρού χρόνο συγκομιδής. Οι περισσότερες αιματόσαρκες ποικιλίες κατάγονται απο την Σικελία ή την Μάλτα, ενώ ξεχωριστή είναι η Ελληνική ποικιλία Σαγκουίνι Γουρίτσης η οποία, αν και σαγκουϊνι, δεν εμφανίζει κοινά αγρονομικά και γενετικά χαρακτηριστικά με τις άλλες ποικιλίες της ίδιας ομάδας.

Σαγκουίνι Αιγίου

Αίγιο – Αχαΐα

Σαγκουίνι Γουρίτσης

Γουρίτσα – Αιτωλοακαρνανία

Moro

Ιταλία

Valencia

Η ομάδα των ποικιλιών Valencia περιλαμβάνει ποικιλίες που είναι άσπερμες ή ολιγόσπερμες που χαρακτηρίζονται από την πολύ όψιμη ωρίμανση τους (εντός του καλοκαιριού). Η ωρίμανση τους ξεκινάει από τον Μάρτιο, όπου αποκτούν το πορτοκαλί τους χρώμα, όμως η παραμονή τους πάνω στο δέντρο κατά την διάρκεια του καλοκαιριού επαναφέρει το πράσινο χρώμα στον φλοιό. Έχουν την ικανότητα να διατηρούνται αρκετούς μήνες πάνω στα δέντρα, δίχως να επηρεάζεται η ποιότητα τους. Οι καρποί τους έχουν μεγάλο μέγεθος, σχήμα σφαιρικό προς επιμήκες (oval). Τα δέντρα χαρακτηρίζονται από έντονη τάση παρενιαυτοφορίας και καλλιεργούνται σε περιοχές με υψηλές θερμοκρασίες που είναι απραίτητες για την ωρίμανση των καρπών.

Valencia Ovale Πόρου

Γαλατάς Τροιζινίας

Valencia Frost

Πορτογαλία